Ανάγνωση σε 2′
Σε μία κλίμακα από το 1 έως το 10, πιθανότατα θα αξιολογούσαμε τον εαυτό μας με 7, και δεν θα είμασταν οι μόνοι. Αν και είναι μαθηματικά αδύνατον να είμαστε όλοι πάνω από τον μέσο όρο, οι περισσότεροι από εμάς πιστεύουμε ότι είμαστε καλύτεροι από κάποιον άλλο σε συγκεκριμένους τομείς, από τη συμπεριφορά μας έως και την απόδοση στη δουλειά.
Αυτό το φαινόμενο, γνωστό και ως ψευδαισθησιακή ανωτερότητα, είναι πεισματικά παρόν σε ψυχολογικές έρευνες.
Αυτό συμβαίνει για πολλούς λόγους: ένας από αυτούς είναι ότι οι λιγότερο ικανοί άνθρωποι απλώς δεν έχουν την δυνατότητα να καθορίσουν ποιά είναι τα δυνατά τους σημεία. Ένας άλλος είναι ότι τέτοιου είδους πεποιθήσεις μπορούν να προστατεύσουν την ψυχική μας υγεία.
Το φαινόμενο είναι εξαιρετικά διαδεδομένο
Από τότε που πρωτοξεκίνησαν οι ψυχολογικές έρευνες, σε αυτές ο κόσμος αξιολογούσε τον εαυτό του πολύ ευνοϊκά για τα περισσότερα θετικά χαρακτηριστικά (πχ. έξυπνος, ευγενικός, δημιουργικός κ.ο.κ.). Ενώ οι περισσότεροι είμαστε πολύ αντικειμενικοί όταν αξιολογούμε τους άλλους, όταν πρόκειται για τα δικά μας κατορθώματα, τείνουμε να είμαστε υπερβολικά θετικοί.
Αυτό συμβαίνει γιατί όταν αξιολογούμε τους άλλους, μπορούμε να καταλάβουμε με τη λογική μας πού οφείλονται τα θετικά τους χαρακτηριστικά και ποιές καταστάσεις τους οδήγησαν εκεί, αλλά όταν πρόκειται εμάς, μπαίνουν στη μέση και άλλοι παράγοντες όπως οι προθέσεις μας, οι σκέψεις μας και οι επιθυμίες μας. Νομίζουμε δηλαδή – λανθασμένα – ότι εμείς είμαστε υπεράνω οποιουδήποτε εξωτερικού περιορισμού.
Γιατί είναι εύκολο να παρασυρθούμε
Γενικότερα, τα περισσότερα θετικά χαρακτηριστικά όπως το να είμαστε καλοί οδηγοί, είναι προσδιορισμένα με αχανή τρόπο, και έτσι υπάρχει μεγάλος χώρος για να πιστέψει κανείς ότι ανήκει σε αυτήν την κατηγορία (σε αντίθεση με κάποια πιο εξειδικευμένα όπως π.χ. το τένις ή το σκάκι που μπορεί εύκολα να αποδειχθεί αν είματε καλοί ή όχι).
Πέραν αυτού, συνήθως οι περισσότεροι δεν δέχονται ειλικρινή κριτική από τους άλλους. Ο κόσμος δεν λέει μπροστά μας, αυτά που θα πει από πίσω μας.
Κατά έναν περίεργο τρόπο, οι περισσότεροι που δεν είναι ιδιαίτερα ικανοί, είναι και αυτοί που θα υπερεκτιμήσουν τις δυνατότητές τους, ενώ αυτοί που αριστεύουν, είναι και αυτοί που θα υποτιμήσουν τις ικανότητες τους. Αυτό συμβαίνει γιατί αυτοί που αριστεύουν, αν κάνουν κάτι καλά και ‘τους βγαίνει’ εύκολα, αυτόματα θεωρούν ότι όλος ο κόσμος μπορεί να το κάνει.
Μήπως το κάνουμε για αυτοπροστασία;
Υπάρχει μια ομάδα ατόμων στην οποία δεν ισχύουν τα παραπάνω και σε αυτήν ανήκουν τα άτομα με κατάθλιψη, οι οποίοι ποτέ δεν υπερεκτιμούν τον εαυτό τους. Όσο πιο σοβαρή είναι η μορφή της κατάθλιψης, τόσο μεγαλύτερες είναι οι πιθανότητες αυτοί οι άνθρωποι να υποτιμούν τις ικανότητές τους. Αυτό μπορεί να σημαίνει ότι η ψευδαίσθηση της ανωτερότητας είναι κάτι που προστατεύει την αυτοεκτίμησή μας.
Με λίγα λόγια, το να νομίζουμε ότι είμαστε καλύτεροι από τους άλλους προστατεύει την ψυχική μας υγεία.
Αυτή η τάση διαφέρει ανάλογα με την κουλτούρα του καθενός αλλά είναι σχεδόν κανόνας στον δυτικό κόσμο.
Το φαινόμενο είναι εντονότερο στους Νοτιοαμερικάνους, ενώ σε χώρες όπως η Κίνα και η Ιαπωνία, το φαινόμενο αυτό είναι σχεδόν ανύπαρκτο. Αυτό οφείλεται στο ότι οι ανατολικοί πολιτισμοί, αξιολογούν την αυτοβελτίωση, ενώ οι δυτικοί προωθούν την υψηλή αυτοπεποίθηση.
Πού βρίσκεται η αλήθεια
Είναι απίθανο να μπορέσουμε να δούμε απολύτως ολοκληρωμένα τον εαυτό μας, μπορεί όμως με την αυτοπαρατήρηση και την εποικοδομητική κριτική από άλλους, να φέρουμε την άποψή μας για τον εαυτό μας πιο κοντά στην πραγματικότητα.
Για παράδειγμα, μπορούμε παρατηρώντας τις ζωές ανθρώπων που με την συμπεριφορά τους προκαλούν τον θαυμασμό, να βρούμε τι είναι αυτό που τον προκαλεί, και να το εντάξουμε στη ζωή μας.
Και εφόσον έχουμε αποδεδειγμένα την ικανότητα να αξιολογούμε αντικειμενικά τους άλλους γύρω μας, για να μπορέσουμε να το κάνουμε και για εμάς, πρέπει να είμαστε ανοιχτοί στην κριτική και μάλιστα να δεχόμαστε με άνεση εποικοδομητικά σχόλια.
Παραπομπές
Ghose Tia, Senior Writer. LiveScience.com – ‘Why We’re All Above Average.’ Web.